[το όνομά του
σημαίνει "ο Κύριος ανυψώνει"]
[1]
Ο δεύτερος
από τους τέσσερις ονομαζόμενους "μεγάλους" προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης.
Καταγόταν από ιερατική οικογένεια και ήταν γιος του ιερέα
Χελκία (Ιερεμίας 1:1), τα δε πρώτα χρόνια τα
έζησε στη γενέτειρα του Αναθώθ, κοντά στη Ιερουσαλήμ (Ιερεμίας 1:1). Η εποχή της
δράσης του συμπίπτει με την κατάρρευση της ηγεμονίας των Ασσυρίων και την
ανάδειξη των Βαβυλωνίων σε κυρίαρχη δύναμη της Μεσοποταμίας. Υπήρξε σύγχρονος
των προφητών Σοφονία,
Αββακούμ, Ιεζεκιήλ
και Δανιήλ.
Ενώ ακόμα
ήταν νέος, μόλις 26 χρονών (Ιερεμίας 1:6), κλήθηκε από το Θεό να τον υπηρετήσει,
κατά το 13ο έτος της βασιλείας του Ιωσία (Ιερεμίας 1:2), περίπου 60 χρόνια μετά
από το θάνατο του Ησαΐα. Ο Κύριος τον οδήγησε και πήγε στην Ιερουσαλήμ και τις
πόλεις του Ιούδα αναγγέλλοντας στο λαό Ισραήλ το λόγο του Θεού (Ιερεμίας
11:2,6). Βοήθησε το βασιλιά Ιωσία στο μεταρρυθμιστικό
του έργο, αλλά επί βασιλείας Ιωάχαζ, Ιωακείμ
(Ιωακίμ), Ιεχονία και Σεδεκία αντιμετώπισε
πολλές δυσκολίες, θλίψεις και διωγμούς. Ο Θεός τον διέταξε να γράψει τις
προφητείες τις οποίες ο Βαρούχ ανέγνωσε στο Ναό,
το τέταρτο έτος της βασιλείας του Ιωακείμ (Ιερεμίας 25:1, 36:1), όμως ο βασιλιάς
όταν άκουσε την ανάγνωση των πρώτων σελίδων, άρχισε να κόβει τα φύλλα του
βιβλίου και να τα ρίχνει στη φωτιά (Ιερεμίας κεφ. 36). Και επί βασιλείας
Ιωαχείν (Ιωαχίν)
εξακολούθησε να προφητεύει και να προτρέπει το λαό να ακολουθήσει το δρόμο του
Θεού, χωρίς όμως αποτέλεσμα (Ιερεμίας 22:24-30, Β' Βασιλέων 24:12). Επί
βασιλείας Σεδεκία ανάγγειλε την κατάληψη και τη καταστροφή της Ιερουσαλήμ από
τους Χαλδαίους, και επειδή
συμβούλευσε την Ιερουσαλήμ να παραδοθεί στους Βαβυλώνιους, τον κατηγόρησαν και
τον φυλάκισαν (Ιερεμίας κεφ. 37), έπειτα τον έριξαν σε μια δεξαμενή (Ιερεμίας
38:1-6), αλλά αργότερα τον έβαλαν πάλι στη φυλακή (Ιερεμίας 38:7-13). Όταν
αργότερα οι Βαβυλώνιοι κυρίευσαν την Ιερουσαλήμ, μετά από εντολή του
βασιλιά
Ναβουχοδονόσορ ο οποίος εκτιμούσε
τον
Ιερεμία απελευθερώνεται. Του πρότεινε μάλιστα είτε να μεταβεί στη Βαβυλώνα είτε
να μείνει στην Ιερουσαλήμ (Ιερεμίας 40:1-5). Ο Ιερεμίας όμως προτίμησε να μείνει
στην Ιερουσαλήμ για να υπηρετήσει το λαό που είχε απομείνει
(Ιερεμίας
40:6).
Αργότερα αναγκάστηκε να συνοδεύσει τους Ισραηλίτες στην Αίγυπτο όπου και
προφητεύει την κατάκτηση της Αιγύπτου (Ιερεμίας κεφ. 43). Εκεί χάνονται και τα
ίχνη του. Κάποιες μη εξακριβωμένες πληροφορίες αναφέρουν ότι λιθοβολήθηκε από
τους συμπατριώτες του στην Αίγυπτο.
Υπηρέτησε το
Θεό για 42 χρόνια, και προσπάθησε με ζήλο και μεγάλη υπομονή να οδηγήσει τον
αποστάτη λαό στο δρόμο του Θεού. Γι αυτό και δέχθηκε διωγμούς. Έκλαψε για τις
αμαρτίες του λαού. Ο Ιερεμίας
προφήτευσε για την υποταγή του βασιλείου του Ιούδα στους
Βαβυλώνιους, την κατάκτηση
της Αιγύπτου αλλά και την
καταστροφή και την εξαφάνιση της Βαβυλώνας (κεφ. 50,51). Επίσης προφήτευσε
εναντίον των Φιλισταίων
(κεφ. 47), των Μωαβιτών
(κεφ. 48), των Αμμωνιτών
(49:1-6), των Εδωμιτών
(49:7-22), της Δαμασκού (49:23-27), των
αραβικών φυλών (49:28-33),
και της Ελάμ (49:34-39).
Έγραψε το ομώνυμο βιβλίο και τους "Θρήνους", του οποίου το περιεχόμενο
είναι μια συλλογή από άσματα λύπης για την καταστροφή της Ιερουσαλήμ.
Η ζωή του προφήτη Ιερεμία ενέπνευσε πολλούς καλλιτέχνες
όπως τον Μιχαήλ Άγγελο, τον Ρέμπραντ, τον Ρούμπενς και τον Λεμάν των οποίων τα
έργα τους είναι αξιοθαύμαστα.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του προφήτη Ιερεμία την
1η Μαΐου.
[
διάβασε για το
βιβλίο του Ιερεμία και τους
Θρήνους του]
[2]
Πατέρας της Αμουτάλ (Χαμουτάλ),
συζύγου του Ιωάχαζ και του
Σεδεκία. Κατοικούσε στη Λιβνά (Β' Βασιλέων
23:31, 24:18, Ιερεμίας 52:1).
[3]
Ένας από τους αρχηγούς της φυλής
Μανασσή, ο οποίος χαρακτηριζόταν για τη δύναμή
του (Α' Χρονικών 5:24).
[4]
Άντρας από τη φυλή
Βενιαμίν, ενώθηκε με το
Δαβίδ στη Σικλάγ όταν τον κυνηγούσε ο
Σαούλ (Α' Χρονικών 12:4).
[5]
Από τη φυλή
Γαδ,
γενναίος πολεμιστής, εξασκημένος στην ασπίδα και στη λόγχη
(Α' Χρονικών 12:10 ή 12:11).
Ενώθηκε με το Δαβίδ στη Σικλάγ όταν τον κυνηγούσε ο
Σαούλ και έγινε αξιωματικός του στρατεύματος του
Δαβίδ (Α' Χρονικών 12:14 ή 12:15). Η μετάφραση ΝΜΒ τον αναφέρει Ιερμιά.
[6]
Από τη φυλή
Γαδ,
γενναίος πολεμιστής, εξασκημένος στην ασπίδα και στη λόγχη (Α' Χρονικών 12:13 ή
12:14). Ενώθηκε με το Δαβίδ στη Σικλάγ όταν τον
κυνηγούσε ο Σαούλ και έγινε αξιωματικός του
στρατεύματος του Δαβίδ (Α' Χρονικών 12:14 ή 12:15).
[7]
Ιερέας, ένας από αυτούς που
επισφράγισαν τη Διαθήκη μαζί με το Νεεμία
(Νεεμίας 10:2 ή 10:3).
[8]
Ιερέας ο οποίος επέστρεψε στην
Ιερουσαλήμ από την αιχμαλωσία στη Βαβυλώνα, μαζί με το Ζοροβάβελ
(Νεεμίας 12:1).
[9]
Αναφέρεται
ότι ακολουθούσε τους άρχοντες κατά τα εγκαίνια του τείχους της Ιερουσαλήμ
(Νεεμίας 12:34). Ίσως το ίδιο πρόσωπο με το [7].
[10]
Πατέρας του Ιααζανία (Αζανία) και
γιος του Χαβασινία, από τη φυλή των Ρηχαβιτών (Ιερεμίας 35:3). Μπροστά σ' αυτός
ναι τους άντρες της φυλής του ο Ιερεμίας τοποθέτησε αγγεία
γεμάτα κρασί για να πιουν (Ιερεμίας 35:5). |