[το
όνομά του σημαίνει "αγαπημένος"
ή "αγαπητός"]
Ο δεύτερος βασιλιάς του Ισραήλ. Ήταν γιος του
Ιεσσαί του Βηθλεεμίτη από τη φυλή Ιούδα (Α' Σαμουήλ
17:12, Β' Σαμουήλ 5:4, Α' Χρονικών 10:14) και δισέγγονος της Ρουθ και του
Βοόζ. Είχε δύο γυναίκες την Αχινοάμ και την Ιζρεέλ
(Β' Σαμουήλ 2:2), αργότερα παντρεύτηκε και τη Βηθ-σαβεέ (Βηρσαβεέ) με οποία
απέκτησε το Σολομώντα (Β' Σαμουήλ 12:24).
Απέκτησε επίσης αρκετούς γιους (Β' Σαμουήλ 3:2-5, Α' Χρονικών
3:1-4).
Ήταν ο μικρότερος από τα οκτώ παιδιά του Ιεσσαί
(Α' Σαμουήλ 16:11), με μικρό
ανάστημα, ξανθός και ωραίος (Α' Σαμουήλ 16:12). Ήταν εξαίρετος πολεμιστής και
πλήρης αφοσιωμένος στο Θεό. Από
μικρή ηλικία έβοσκε τα πρόβατα
της οικογένειας του και ήταν πολύ καλός στη σφεντόνα. Μετά
από οδηγία του Θεού, ο Σαμουήλ τον έχρισε
βασιλιά, ενώ ήδη βασιλιάς του Ισραήλ ήταν ο Σαούλ
(Α' Σαμουήλ 16:1-13). Ήταν μάλιστα τόσο καλός μουσικός που κλήθηκε στο παλάτι
για να διασκεδάζει και να θεραπεύει το Σαούλ, όταν τον ενοχλούσε το πονηρό
πνεύμα
(Α' Σαμουήλ 16:14-23, 17:15). Εκεί συνδέθηκε με φιλία με το γιο του
Σαούλ, Ιωνάθαν
(Α' Σαμουήλ 18:1-4). Ο Σαούλ τον φθόνησε και προσπάθησε αρκετές
φορές να τον σκοτώσει. Μάλιστα μετά τη νίκη του Δαβίδ εναντίον του
Γολιάθ
(Α' Σαμουήλ 17:31-54), αφού η δόξα
και η δημοτικότητά του μεγαλύτερη από
αυτή του Σαούλ, ο Σαούλ τον μίσησε ακόμα περισσότερο (Α' Σαμουήλ 18:6-16). Ο Δαβίδ κρύφτηκε μαζί με τους άντρες του (Α' Σαμουήλ κεφ. 23:14-27,
κεφ. 26,
Ψαλμός 54). Αν και στο Δαβίδ δόθηκαν ευκαιρίες να σκοτώσει το Σαούλ, η
μεγαλοψυχία του ήταν μεγάλη (Α' Σαμουήλ κεφ. 25, 26). Αυτή φάνηκε και μετά το
θάνατο του Σαούλ, στο γιο του Μεμφιβοσθέ
(Β' Σαμουήλ κεφ. 9). Αργότερα κατέφυγε στη Γαθ (Α' Σαμουήλ 27:8-12, κεφ. 28).
Πολλούς από τους ψαλμούς ο Δαβίδ τους έγραψε την περίοδο αυτή της ζωής του. Μετά το
θάνατο του Σαούλ και τον γιων του από τους Φιλισταίους (Α' Σαμουήλ 31:1-9, Β'
Σαμουήλ 1:1-16) ο Δαβίδ έκλαψε πικρά, γράφοντας και έναν θρήνο (Β' Σαμουήλ 1:17-27).
Κατόπιν πήγε μαζί με το στρατό του στη Χεβρών,
όπου ο λαός τον ανακήρυξε βασιλιά (Β' Σαμουήλ 2:7), σε ηλικία 30 ετών (Β'
Σαμουήλ 5:4). Κατά τα δύο πρώτα χρόνια της βασιλείας του έκανε πόλεμο εναντίον
των βόρειων φυλών που αναγνώριζαν ως βασιλιά τον
Ις-βοσθέ (Ισβόσεθ), ο οποίος
υποστηριζόταν από το στρατηγό Αβενήρ. Μετά τη νίκη του και το θάνατο των δύο
αυτών αντρών, ο Δαβίδ έγινε βασιλιάς και των δώδεκα φυλών του Ισραήλ (Β'
Σαμουήλ κεφ. 4, 5:1-5, Α' Χρονικών 11:10, 12:38). Εγκαταστάθηκε στη νέα
πρωτεύουσα την Ιερουσαλήμ και εξέτεινε τα σύνορα του βασιλείου του (Β' Σαμουήλ
8:1-3, 10:13,18, Α' Βασιλέων 11:15, Ψαλμός 60:9,10), νικώντας όλους τους εχθρούς
του, τους Φιλισταίους,
τους Χαναανίτες, τους
Αμμωνίτες και τους
Σύριους, τους Ιδουμαίους, τους
Αμαληκίτες, τους Μωαβίτες
και τους Αραμαίους (Β'
Σαμουήλ 5:17-25, κεφ. 10, Α' Χρονικών 14:8-17,
18:1-13), εξασφαλίζοντας ειρηνική περίοδο με όλους τους γειτονικούς λαούς.
Κατόπιν άρχισε την οργάνωση του κράτους. Οργάνωσε επίσης το στρατό (Α' Χρονικών
27:1-15). Εργάστηκε για την οργάνωση της λατρείας του Θεού, μετέφερε με μεγάλες
τιμές την Κιβωτό της Διαθήκης από την Κιριάθ-ιαρείμ στην Ιερουσαλήμ (Α' Χρονικών
κεφ. 15,16), οργάνωσε την υπηρεσία των λευιτών, των ιερέων, των μουσικών και των
θυρωρών του Ναού (Α' Χρονικών κεφ. 23-26), και
οραματίστηκε την ανέγερση ενός Ναού, μοναδικού στα χρονικά. Τα σχέδια του Ναού
έκανε ο ίδιος, αλλά τελικά τον έχτισε ο γιος του
Σολομώντας (Α' Χρονικών 22:8, 28:3). Ο Θεός του αποκάλυψε ότι θα στερέωνε το
θρόνο του στον αιώνα (Β' Σαμουήλ 7:1-29, Α' Χρονικών κεφ. 17) και από το σπέρμα του θα προερχόταν ο
Σωτήρας του κόσμου (Ψαλμός 89:3,4).
Παρόλο την πίστη του και την
αφοσίωσή του στο Θεό, ο Δαβίδ έπεσε σε μεγάλα παραπτώματα. Σκότωσε 7 απογόνους
του βασιλιά Σαούλ (Β' Σαμουήλ 21:7-9), μοίχεψε με τη
Βηθ-σαβεέ
(Βηρσαβεέ) και έγινε η αιτία
να σκοτωθεί ο σύζυγός της Ουρίας (Β' Σαμουήλ κεφ.
10-11, Ψαλμοί 32,51). Ο προφήτης
Νάθαν τον έλεγξε για τις
πράξεις του, ο Δαβίδ μεταμελήθηκε, αλλά ο Θεός τον τιμώρησε μέσω θλιβερών
γεγονότων που ήρθαν στη ζωή του. Ο γιος του Αβεσσαλώμ
επαναστάτησε εναντίον του με θλιβερό όμως τέλος, κάτι που έκανε το Δαβίδ να
κλάψει πικρά (Β' Σαμουήλ 16:20-22, 18:33-19:8). Τα τελευταία χρόνια της ζωής του
υπήρξαν πολύ συχνά πόλεμοι με τους Φιλισταίους (Β' Σαμουήλ 21:15-22). Ο γιος του
Αδωνίας προσπάθησε να πάρει το θρόνο από το
Σολομώντα, τελικά όμως με τη μεσολάβηση του Νάθαν
απεφεύχθη (Α' Βασιλέων κεφ. 1). Οι δοκιμασίες αυτές έκαναν τον Δαβίδ πιο ταπεινό
και τον έφεραν πιο κοντά στο Θεό.
Ο Δαβίδ διακρίθηκε επίσης ως εξαιρετικός
μουσικός.
Ψαλμωδός και ποιητής του Ισραήλ, μεγάλος μουσικός που ευχαριστιόταν να κάνει
τους ουρανούς να αντηχούν από ύμνους δοξολογίας (Α' Χρονικών 15:27,28, 16:41,42,
23:30). Ήξερε πολύ καλά κιθάρα (Α' Σαμουήλ 16:18), και είχε την φήμη καλού μουσικού
(Α' Σαμουήλ 16:18). Είχε δημιουργήσει ύμνους (Β' Χρονικών 7:6), έφτιαξε και
εφεύρε όργανα (Νεεμίας 12:36, Αμώς 6:5)
για να υμνούν το Θεό (Β' Χρονικών 7:6), δημιούργησε την ορχήστρα του Ναού με
4000
μουσικά όργανα (Α' Χρονικών 23:5) και οργάνωσε την λατρεία στο Ναό
(Νεεμίας 12:24,36, Α' Χρονικών 15,16).
Έγραψε 73
ψαλμούς.
Οι ψαλμοί του ακόμα και σήμερα είναι μέρος της λατρείας του λαού του Θεού,
δίνοντας χαρά, ειρήνη, ανακούφιση, ενθάρρυνση και ευλογίες στις καρδίες των
ανθρώπων.
Βασίλευσε για 40 χρόνια (Β' Σαμουήλ 5:4), επτά στη Χεβρών και 33
στην Ιερουσαλήμ (Α' Βασιλέων 2:11), και "υπηρέτησε πιστά τη βουλή του Θεού
στη γενιά του" (Πράξεις 13:36). Πριν πεθάνει έδωσε στο γιο του Σολομώντα
οδηγίες (Α' Βασιλέων 2:1-9). Δίκαια θεωρείται ως ο σπουδαιότερος βασιλιάς του
Ισραήλ και μία από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες της Παλαιάς Διαθήκης.
Πέθανε "εν ειρήνη" σε ηλικία 70 χρόνων και θάφτηκε στην πόλη
Δαβίδ
(Α' Βασιλέων 2:10 - δες σχετικά παρακάτω).
Ως βασιλιάς ο Δαβίδ υπήρξε τύπος Χριστού, Του οποίου
υπήρξε και πρόγονος. Γι αυτό και ο Ιησούς Χριστός καλείται και "Υιός
Δαβίδ" (Ματθαίος 9:27, 12:23, 15:22,
21:9, Μάρκος 10:47,48, 12:35, Λουκάς 18:38, 20:41). Η Αγία Γραφή
γράφει: "Aυτός θα είναι μεγάλος, και Γιος του Yψίστου θα ονομαστεί.
Kαι θα του δώσει ο Kύριος ο Θεός το θρόνο του Δαβίδ του προπάτορά του"
(Λουκάς 1:32). Ο απ. Παύλος αναφέρει ότι ο Ιησούς Χριστός "παίρνοντας
ανθρώπινη φύση, ήρθε στον κόσμο από το γένος του Δαβίδ" (Ρωμαίους 1:3), ενώ
περιγράφεται από τον Ιωάννη: Eγώ είμαι η ρίζα και το γένος του Δαβίδ, το
αστέρι το λαμπρό, το πρωινός" (Αποκάλυψη 22:16).
Η ιστορία του Δαβίδ περιγράφεται στα βιβλία Α' Σαμουήλ (κεφ. 16-30), Β' Σαμουήλ
(κεφ. 1-24), Α' Βασιλέων (κεφ. 1-2:12), και Α' Χρονικών (κεφ. 11-29).