Θάλασσα, ψυχή στο σώμα της γης,
που
σ’ αγκαλιάζει στα λιμάνια της,
π’
αφήνει το κύμα σου να ζωγραφίζει
στις
χάρτινες αμμουδιές της
κι
άλλοτε να χτυπάς αλύπητα
τις
γρανιτένιες πλάτης της....
Θάλασσα, δύναμη ζωής
πόσο
μοιάζεις με την ψυχή τ’ ανθρώπου!..
Στο
πρόσταγμα τ’ ανέμου
αλλάζεις συναισθήματα...
Όπλ’
αδυσώπητα τα κύματα,
γίνονται αδάμαστα θεριά,
αφρίζουν στο θυμό τους
και
χτυπούν με φανερή οργή,
ό,τι
βρεθεί μπροστά τους...
Μετά
τις μάχες σου,
Κρατάς στα βαθιά σου
τα
λάφυρα ενός άνισου πολέμου,
γίνεσαι υγρός τάφος,
σκορπάς πόνο και δάκρυα...
Κάποτε γαληνεύεις, ηρεμείς...
Τίποτα δεν θυμίζει την άγρια μορφή σου!
Πάλι
χαμογελάς, πάλι χαϊδεύεσαι
κι η
έλξη σου είναι τόσο δυνατή!!
Αυτό
το χρώμα σαν σμίγει με τα γαλάζιο τ’ ουρανού
αφήνει ένα γλυκό χάδι στη γεύση μου
κι
όταν οι νύχτες το φεγγάρι σ’ ασημώνει
μένω
εκστατική και με μαγεύει...
Σε
ρουφώ μεσ’ απ’ τα στόματα των ματιών μου
και
δεν σε χορταίνω...
Γεμίζω τις χούφτες μου,
γλιστράς μεσ’ από τα δάχτυλά μου.
σαν
τον χρόνο που ανείπωτα φεύγει,
έτσι
απλά
γίνεται χτες και παρελθόν
και
στέκω να κοιτώ, άδειες παλάμες...
Αφήνω
το βλέμμα μου ελεύθερο να φτάσει
μέχρις εκεί που θέλει ο ορίζοντας.
Και
παίρνω όσο χωράει η ματιά μου...
Έτσι
νιώθω την αγάπη του Θεού,
που
τις διαστάσεις της ποτέ δεν θα τις μάθω...
Βρίσκομαι πάντα στην αρχή
και
δεν μπορώ στο τέλος της να φτάσω!
Μπροστά της νιώθω αδύναμη, μικρή
ένα
«γιατί» που αιωρείται
με
κάνει ν’ απορώ
για
την αγάπη αυτή, που ’φτασε στο Σταυρό
κι
εγώ να θες απλά να το δεχτώ
μόνο... με ένα «ευχαριστώ»
πάνω
|