Πολύ πριν
του Σπύρου Ι. Πορτινού
Πέτρο, μη κλαις...
Τα δάκρυα δεν
ωφελούν...
κι ούτε
τα λόγια πάντοτε μιλούν...
Δεν Τον
ανέβασε στο ξύλο η άρνησή σου.
Είχε δεχτεί το Γολγοθά
πριν...
απ' τη γέννησή σου!
Ανάσταση
του Ανέστη Πεταλίδη
Οι δρόμοι μας
λασπωμένοι
τα πόδια μας
λυγίζουν
κι η μέρα τα μάτια
της κλείνει
Ανάσταση!
Είδαμε τη λάμψη σου
μες στο σκοτάδι το
βαρύ,
ζούμε εμείς γιατί
εσύ ζεις.
Ανάσταση!
Περνούμε τους
φθαρτούς τους δρόμους
η ελπίδα μας ανοίγει
τα φτερά
γιομάτοι από σένα
προχωρούμε
για κει που ο ήλιος
σου χαμογελά.
Ανάσταση!
Ανάσταση
της Ρέας Συλβίας
Ανάσταση!
Χαρούμενη ψυχή,
έβγα και πες για τη χαρά σου,
μίλησε σ' όλους γύρω σου,
πως
σπάσαν
τα δεσμά σου.
Ανάσταση!
Στην νύχτα την βαθειά
που κάποτε πλανιώσουν τυφλωμένη,
ήρθε το Φως και σ' άναψε φωτιά
π' όλο
και σ' ομορφαίνει.
Ανάσταση!
Ο θάνατος σκυφτός,
πλανιέται μέσα στο
σκοτάδι,
τον σύντριψε, τον
σώριασε Αυτός
που
νίκησε τον Άδη.
Ανάσταση!
ο δρόμος τ' ουρανού,
μέσα απ' τα
τρυπημένα χέρια
άνοιξε, φέρνοντας
χαρές
κι αιώνια
καλοκαίρια.
[]
Ανοιξιάτικος θρύλος
του Σπύρου Ι. Πορτινού
Δεν ήταν -λένε-
πάντα τ' αγκάθια
έτσι μονάχα
δίχως ανθό.
Κι
αυτά λουλούδιαζαν το Μαγιαπρίλη,
μέχρι που, κάποιο δείλι
άνομα χέρια στεφάνι τάπλεξαν για το Χριστό.
Τ'
αγκάθια μπήχτηκαν ίδια καρφιά,
βόγγησαν-μάτωσαν
κι
ούτε που βγάλανε λουλούδι, πια.
[]
Αν δεν ήταν Ανάσταση
της Ρέας Συλβίας
Αν δεν ήταν Ανάσταση,
όλη η γη θάταν άγχος,
η ελπίδα δε θ' άνοιγε
τα πλατιά
της φτερά,
να πετάξει ψηλότερα,
να περάσει τους κόσμους
τους
φθαρτούς, για τους άφθαρτους,
για να βρει
τη χαρά.
Αν δεν ήταν Ανάσταση,
πόσος πόνος και θλίψη.
Ματωμένα τα δάκρυα
θα κυλούσαν στη γη,
σαν τυφλοί θα γυρίζαμε
κι οι βαριές αλυσίδες
των παθών θα μας σφίγγανε,
θα γινόταν
πληγή.
Αν δεν ήταν Ανάσταση,
της αγάπης τα ρόδα
μονομιάς θα ξεφύλλιζε
του κακού ο βοριάς.
Κάποιο χέρι παρήγορο
τα θερμά δάκρυα μας
σπλαχνικά δε θα σκούπιζε,
στη σιωπή
της νυχτιάς.
Αν δεν ήταν Ανάσταση,
ο σταυρός, σου ψυχή μου,
στης ζωής τον ανήφορο
θα ‘ταν τόσο βαρύς.
Με σταγόνες αιμάτινες
θα λουζόνταν οι δρόμοι,
και χολή για τη δίψα σου
θα σου δίναν
να πιεις.
Αν δεν ήταν Ανάσταση,
τα λουλούδια π' ανθίσαν
και στολίσανε κάποτε
τη μικρή μας γωνιά,
μες στο χώμα θα πέθαιναν
και του πόνου τα χέρια
θα εσφίγγαν μερόνυχτα
την πικρή
μας καρδιά.
Ω! ψυχή μου για κοίταξε,
πως χρυσώνει ο κάμπος
οι καμπάνες σημαίνουνε
των γλαυκών ουρανών
το κεφάλι σου σήκωσε,
η Ημέρα ορθρίζει,
τα σημεία το δείχνουνε
των δικών
μας καιρών.
Μη ποτίσεις με
δάκρυα
ότι κλείνει το
χώμα,
σαν η πύλη να έκλεισε
της Πατρίδας ψηλά.
Η Ανάσταση έγινε,
κοίτα πίσω απ' τ' αστέρια,
κοίτα πάνω απ' τα σύννεφα,
που ο ήλιος γελά.
[]
|
Ο τυφλός προς του Σταυρού
του Ιωάννη Πολέμη
Τι είναι η βοή στο Γολγοθά,
που ο κόσμος τρέχει επάνω;
Πηγαίνουν να σταυρώσουν δύο
με κάποιον πλάνο.
Ποιοι να ν’ οι δυο που
εκδικητής ο χάρος τους προσμένει;
Κλέφτες, φονιάδες, άρπαγες,
κακούργοι ξακουσμένοι.
Ποιος να ν’ αυτός ο πλάνος που
και αυτός θα σταυρωθεί μαζί τους;
Τους Φαρισαίους ρώτησε,
είναι δουλειά δική τους.
Θα πάω να ιδώ…
Είπα να ιδώ και ήρθαν στο νου μου πάλι
τα χρόνια που ‘μουνα τυφλός.
Τυφλός, εσείς οι άλλοι
δεν ξέρετε πόσο η ζωή είναι στα στήθη
άδεια,
Όταν με μάτια ορθάνοιχτα βαδίζεις στα
σκοτάδια.
Τι, Εσύ που μου ‘δωσες το φως,
Εσένα πλάνο λένε;
Κι ήταν γραφτό τα μάτια μου
να βλέπουν και να κλαίνε;
Τι να τα κάνω και της γης
και του ουρανού τα κάλλη;
Πάρε το φως που μου ‘δωσες
και τύφλωσέ με πάλι.
[]
Το
Αλάβαστρο
του Χρήστου Βίγκου
Θραύστηκες εν’
αλάβαστρο
στου Γολγοθά τον
άκμονα,
μύρο ζωής
βαρύτιμο
αγάπης κι
ομορφιάς.
Κι όλους μας, μα
ς αφύπνισες,
σε μια ζωή
ανοιξιάτικη,
καθώς μας
επροσφέρθηκες
ουράνιας
ευωδιάς.
Έφυγες, μα η
θύμηση,
όνειρο
ολοζώντανο,
μέσα μας
γιγαντώνεται,
με τους καυτούς
μας πόθους.
Έστησες την
εικόνα σου
καταντικρύ στα
μάτια μας,
ίνδαλμα της
λατρείας μας,
να σε
θωρούμε ατέλειωτα.
Έλα Χριστέ, η
ελπίδα μας
και φώτιζε το
δρόμο μας,
με τη λαμπρή σου
ανάσταση,
στη σκοτεινή
νυχτιά.
Χριστός
Ανέστη
του Γ. Βερίτη
Καμπάνες
αναστάσιμες
χτυπούν
αλαργινά,
και μεσ'
στο ροδοφέγγισμα
της
χρυσαυγής τ' Απρίλη
κάποιο
αχολόγημα γλυκό
κι
ανάλαφρο περνά.
Πηδά η
ψυχή μου σαν πουλί
στα
τρέμοντα μου χείλη,
κι ένα
ψαλμό πασχαλινό
χαρούμενη
αρχινά.
[]
Απ' το αίμα του
Σταυρού Σου
του Χρήστου Φραγκόπουλου
Απ΄ το αίμα του Σταυρού Σου
ω Χριστέ μου ξεκινούν,
κύματα θείας αγάπης
που το
σύμπαν συγκλονούν.
Ω πλυμένος με το αίμα
πλησιάζω τον Θεό
και την άπειρη αγάπη
ταπεινά ευχαριστώ.
Τέτοι’ αγάπη δεν μπορούσα
ω ποτέ να φανταστώ,
να πεθάνει καρφωμένος
και για
μένα ο Χριστός.
Ναι, καρφώθηκε στο ξύλο
για να λυτρωθώ εγώ,
κι από του Σταυρού το δρόμο
ν’ ανεβώ
στον ουρανό.
Ω Θεέ μου, Σε δοξάζω
που μου έδωσες Συ φως,
να γνωρίσω τι μυστήριο
κλείνει μέσα ο Σταυρός.
[]
Τι με έκαμε Χριστέ μου
του Λουκά Αγαπητού
Τι με έκαμε Χριστέ μου
κι έσκυψα ευλαβικά,
όταν στάθηκες κοντά μου
και μου μίλησες
γλυκά;
Ήταν ο Σταυρός
και ήταν τα καρφιά
ζωής πηγή το αίμα να
κυλά.
Κι ήταν μια καρδιά
που μ’ άνοιξε πλατιά
αγάπης
αγκαλιά.
Τι με έκαμε Χριστέ μου
κι είπα “θέλω να σωθώ”
και Σου κράτησα το χέρι
και παντού
Σ’ ακολουθώ;
Ήταν ο
Σταυρός...
Τι με έκαμε Χριστέ μου
και Σ’ αγάπησα κι εγώ
και Σε πήρα στην καρδιά
μου
της ζωής
μου αρχηγό;
Ήταν ο Σταυρός...
[]
Μέρα μοναδική
ανώνυμος
Μέρα
γλυκιά μοναδική
ξημέρωσε
για μας αιώνια ελπίδα
μες τη καρδιά η
ένδοξη Σιών
του
ουρανού η ποθητή πατρίδα.
[]
[]
Διαβάστε ποιήματα
φίλων του GodLovesYou.gr
εδώ
|